Skip to main content

Το «σκάνδαλο» της Παρισινής Κομμούνας και ο ελληνικός Τύπος, Η Εποχή, 7 Μαϊου 2022.

 Η Παρισινή Κομμούνα, αυτή η ημαρτημένη επιχείρηση επαναπροσδιορισμού της διαχείρισης του πολιτικού, έχει περιπέσει στη σφαίρα της λήθης, ή στην καλύτερη περίπτωση, αποτελεί ένα φιλολογικό ενδιαφέρον των αριστερών ταλμουδιστών, στον απόηχο της πτώσης των καθεστώτων του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού». Όπως σημειώνει ο Alain Badiou, την Κομμούνα, σήμερα, τη «θυμόμαστε ελάχιστα, τη θυμόμαστε πολύ αμυδρά». Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η Κομμούνα έχει αποτυπωθεί στο συλλογικό ασυνείδητο ως μια ήττα, ως μια αποτυχημένη εξέγερση. Κάτι τέτοιο δικαιολογείται τόσο από την έκβασή της, όσο και από τον ελάχιστο χρόνο ύπαρξής της. Για να αποδώσουμε ευσύνοπτα τον χαρακτήρα της Κομμούνας θα καταφύγουμε στον επαναστάτη και θεωρητικό του μαρξισμού, Λένιν, ο οποίος στην προσπάθειά του να θεμελιώσει μια «γνωσιοθεωρία της πολιτικής πράξης» επιστρέφει σε αυτήν, τόσο στην επανάσταση του 1905, όσο και πριν την επανάσταση του Οκτώβρη του 1917.

Ο Λένιν χαρακτηρίζει την Παρισινή Κομμούνα ως «την μεγαλύτερη εργατική εξέγερση του 19ου αιώνα», το «πιο υψηλό παράδειγμα του περίλαμπρου προλεταριακού κινήματος». Το 1904, το 1905, το 1907 και το 1917 ο ίδιος σκύβει στα διδάγματα της Κομμούνας, διότι αντιλαμβάνεται την αναγκαιότητα της για τις ρωσικές εξελίξεις του καιρού του.

Οι Κομμουνάροι, παρά το ελάχιστο του χρόνου που είχαν στη διάθεση τους, πραγματοποίησαν μια σειρά από μεταρρυθμίσεις, που  παραμένουν επίκαιρες. Στις 2/4/1871 πραγματοποιείται ο χωρισμός της Εκκλησίας από το Κράτος και απαλλοτριώνεται η εκκλησιαστική περιουσία. Στις 30/3/1871 διαλύεται ο μόνιμος στρατός και η αστυνομία χάνει τον πολιτικό της χαρακτήρα. Ταυτόχρονα, καταργείται η γραφειοκρατία και θεσπίζεται η αιρετότητα και η ανακλητότητα όλων των υπαλλήλων με συνεπαγόμενο μισθό εργάτη. Όσον αφορά στις οικονομικές μεταρρυθμίσεις, η Κομμούνα απαγόρευσε τη νυχτερινή εργασία των αρτεργατών, απαγόρευσε τα πρόστιμα, θέσπισε την αναστολή των χρεών και παρείχε σύνταξη στις χήρες. Το Παρίσι, κατά τα λεγόμενα του Λένιν, μετατράπηκε από «πόλη των αργόσχολων σε πόλη της εργατικής διαχείρισης».

Κλείνοντας, η Παρισινή Κομμούνα έδωσε μια σύντομη εικόνα της εν πολλοίς «καταραμένης» έννοιας της δικτατορίας του προλεταριάτου, άμεσα διατυπωμένη από τον Ενγκελς, εμμέσως από τον Λένιν. Το γεγονός, συγκεκριμένα, ότι πνίγηκε κυριολεκτικά στο αίμα, κατέστησε αναγκαίο για την εργατική τάξη να χρησιμοποιήσει το επαναστατικό κύρος προς όφελός της.


 ΤΟ ΓΑΛΛΙΚΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ.


Η Γαλλία την εποχή του Ναπολέοντα Γ’, ειναι η Γαλλία ενός έντονου βοναπαρτισμού και ενός σχετικά ανίσχυρου προλεταριακού κινήματος μέχρι το 1864, έτος ίδρυσης της Διεθνούς Ένωσης Εργατών. Είναι χαρακτηριστική η δήλωση του Ένγκελς περί αδυναμίας της αστικής τάξης να συνεχίσει να κυβερνά, αλλά και της ανετοιμότητας του προλεταριάτου να την συντρίψει. Στις δεκαετίες 1850-1860 πραγματοποιείται αφενός, η εντεινόμενη εφαρμογή αποικιοκρατικών πολιτικών, με πιο αντιπροσωπευτική την κατάκτηση της Αλγερίας (1857), με σκοπό την ολοένα μεγαλύτερη διάθεση δωρεάν εργατικής δύναμης και αγαθών, και αφετέρου, μια γρήγορη βιομηχανική ανάπτυξη στο εσωτερικό της Γαλλίας.

Το 1870 έχουμε την μεγάλης σημασίας και για την Ελλάδα, έκβαση του γαλλοπρωσικού πολέμου στο Σεντάν, με την πτώση της δεύτερης Αυτοκρατορίας. Στις 4 /9/1870 ανακηρύσσεται η δημοκρατία στο Παρίσι, αλλά την εξουσία παίρνει ο Αδόλφος Θιέρσος, στο όνομα της εθνικής σωτηρίας και της προστασίας του Παρισιού. Πολύ σύντομα, η κυβέρνηση Εθνικής Αμύνης μετατρέπεται σε κυβέρνηση Εθνικής προδοσίας μια και συμμαχεί με τους Γερμανούς για να αφαιρέσει από το Παρίσι τον οπλισμό και να αποτρέψει εργατικες εξεγέρσεις.

Σταδιακά, η λέξη «Κομμούνα» αρχίζει να βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη, με αποκορύφωμα τον Ιανουάριο-Φεβρουάριο, εν μέσω έντονης πολιτικής αποσταθεροποίησης. Η 18η Μάρτη είναι η ημέρα έναρξης του εμφυλίου πολέμου στη Γαλλία, πολέμου της γαλλικής αστικής τάξης και του Μπίσμαρκ εναντίον των εργατών του Παρισιού.


ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ-ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ-ΠΟΛΙΤΕΙΑΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ.


Η Ελλάδα του 19ου αιώνα είναι μια Ελλάδα που αναζητά απαντήσεις στο θεμελιώδες πρόβλημα της εθνικής ταυτότητας και, συνακόλουθα, της διαμόρφωσης ανεξάρτητου εθνικού κράτους. Λόγοι ελληνικής ιδιαιτερότητας, αργής ανάπτυξης καπιταλιστικών κοινωνικο-οικονομικών σχέσεων, αλλά και ματαίωσης της Μεγάλης ιδέας προκαλούσαν συχνά επεισόδια έντονης πολιτικής αποσταθεροποιήσης στο εσωτερικό του Ελληνικού Βασιλείου, με τις Μεγάλες Δυνάμεις να είναι πάντα παρούσες και να πατρονάρουν τις εξελίξεις σε όλο αυτό το διάστημα. 

Με φόντο τις δημοκρατικές επαναστάσεις του 1848 που συγκλόνισαν την Ευρώπη, η κοινωνική διαμαρτυρία δεν άργησε να εμφανιστεί και στην Ελλάδα, αρχικά ως πρόσκαιρη τάση και έπειτα ως κορύφωση των αντιδυναστικών αισθημάτων στις 10 Οκτωβρίου 1862 στην Αθήνα. Η λεγόμενη «εξέγερση της στρατιωτικής φρουράς» απαιτούσε την κατάργηση της δυναστείας του «ελέω Θεού Βασιλιά της Ελλάδας» Όθωνα, διατηρώντας όμως το θεσμό της Βασιλείας.

 Με την έξωση του Όθωνα και την έλευση του Γεωργίου Α΄, επεκτείνονται ταυτόχρονα τα γεωγραφικά όρια της χώρας με την παραχώρηση των επτανήσων στην ελληνική επικράτεια. Ο πληθυσμός εκείνη την περίοδο αγγίζει το ενάμισι εκατομμύριο και κατοικεί σε χωριά και κωμοπόλεις της ελληνικής υπαίθρου, σε μικρές ή μεγάλες πόλεις και νησιά. Η Αθήνα αποτελεί το διοικητικό κέντρο της χώρας, πράγμα που σημαίνει ότι η πόλη αλλάζει, προσπαθώντας να αποκτήσει έναν νεωτερικό χαρακτήρα, στο πλαίσιο της συγκρότησης ενός σύγχρονου δημόσιου μηχανισμού, ξανά κατά τα πρότυπα της Δύσης. Παράλληλα, πρέπει να σημειωθεί ότι το ποσοστό αναλφαβητισμού την δεκαετία του 1860 αγγίζει σχεδόν το 80% του συνολικού πληθυσμού, πράγμα που δυσκολεύει κάθε προσπάθεια εκσυγχρονισμού και προόδου.

Οι διάφορες εφημερίδες που εκδίδονται εκείνη την περίοδο, κυβερνητικές και μη, προσπαθούν μέσα από διεθνείς εξελίξεις, όπως ο γαλλοπρωσικός πόλεμος, ή η Παρισινή Κομμούνα, να αποκτήσουν ιδεολογική ταυτότητα, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι η κάθε επιλογή είναι ανεξάρτητη από την επίσημη κρατική τοποθέτηση και τη διεθνή κοινή γνώμη. Είναι σημαντικό να έχουμε κατά νου, ότι το ελληνικό Κράτος πασχίζει, όχι μόνο να συγκροτηθεί, αλλά και να «εξωτερικεύσει την ύπαρξή του», ήτοι, να αναγνωρισθεί από τη Δυτική Νεωτερικότητα.


Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΤΥΠΟΣ : ΕΝΑ ΤΕΚΜΗΡΙΟ.


Το τεκμήριο το οποίο θα εξετασθεί αντλήθηκε από την εφημερίδα Παλιγγενεσία, η οποία πρόσκειται στην κυβέρνηση Κουμουνδούρου. Η ύπαρξη στενού πολιτικού δεσμού επιτρέπει να διαπιστώσουμε με σχετική ασφάλεια τις τοποθετήσεις του σκληρού πυρήνα του κρατικού μηχανισμού και των εκπροσώπων του εν γένει. Το Παρίσι βιώνει από τις 5 του Γενάρη τον πρώτο βομβαρδισμό στην ιστορία του και δοκιμάζει τις αντοχές του στα πυρά των κανονιών. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι η Παλιγγενεσία είναι από τις ελάχιστες εφημερίδες που δεν θα γράψουν καταδικαστικά ως προς τον βομβαρδισμό κείμενα, ενδεχομένως εκφράζοντας το θυμό της για τη στάση των Γάλλων κατά την Κρητική Επανάσταση.

Ενας, ακόμη, λόγος επιλογής της συγκεκριμένης εφημερίδας αποτελεί το γεγονός ότι κυκλοφορεί καθημερινά και δείχνει να έχει υψηλή αναγνωσιμότητα. Το τεκμήριο που θα παραθέσουμε κυκλοφόρησε την πρώτη του Ιουνίου 1871, δηλαδή τρεις μέρες μετά την πτώση της Παρισινής Κομμούνας και το πέρας της αιματηρής εβδομάδα.


Όλα τα περιτρίμματα του γνωστού κόσμου, δολοφόνοι,μητραλοίαι και πατραλοίαι, επίορκοι, κλέπται, χρεωκόποι, άνδρες μεστοί πάσης κακίας και μοχθηρίας, μηδεμίαν έχοντες θρησκείαν, αυτοί οι άνθρωποι ανέλαβον τον αγώνα να καταστήσωσι εν Παρισίοις την ελευθερίαν, εν τω ονόματι της οποίας διέπραξαν τοιαύτα κακουργήματα.Ας ευχαριστήση πας χρηστός πολίτης τον θεόν δια την απαλλαγήν της Ευρώπης από των τεράτων εκείνων, ων τας αρχάς πρόθυμοι ήσαν να ασπασθώσι και αλλαχού όμοιοι και ομόφρονες προς αυτούς, και ας ευχηθώσι όπως μη ακουσθή μηδαμού μηδέποτε πλέον εις αιώνα τον άπαντα μηδέ το όνομα των Παρισίων. (Παλλιγγενεσία , αρ. 2190 / 1-6-1871).


Το ανάθεμα του αρθρογράφου δεν πρέπει να μας εκπλήσσει. Όπως τονίστηκε, η εν λόγω εφημερίδα διατηρεί πολιτικούς δεσμούς με την κυβέρνηση Κουμουνδούρου, συνεπώς η στάση της δεν θα μπορούσε να είναι θετική απέναντι σε κάτι που δείχνει ευθύς εξ αρχής να θίγει το status quo.

Στο σημείο αυτό, και πριν προχωρήσουμε στα γεγονότα του Μαρτίου, κρίνεται απαραίτητη η παρατήρηση, ότι σχεδόν αμέσως μετά την ανακήρυξη της Κομμούνας στο Παρίσι, οι περισσότερες εφημερίδες, της Παλιγγενεσίας συμπεριλαμβανομένης, έχουν πλήρη επίγνωση της κυβερνητικής μονόπλευρης προπαγάνδα. 


ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΟΥ ΜΑΡΤΙΟΥ.


Το βράδυ της 17ης  Μαρτίου οι Vinoy, Le Flo και Trochu επιχειρούν να γίνουν κύριοι τις κατάστασης του Παρισιού, με το να αφαιρέσουν τα κανόνια από την κατοχή των Παριζιάνων και να αποτρέψουν κάθε κίνδυνο εξέγερσης εναντίον της κυβέρνησης των Βερσαλλιών. Ωστόσο, το σχέδιο συναντά δυσκολίες και εξελίσσεται σε ολοκληρωτικό φιάσκο, όταν τις πρωινές ώρες της 18ης  Μαρτίου οι γυναίκες της Μονμάρτης αντιλαμβάνονται την απόπειρα μετακίνησης των αμυντικών όπλων και εμποδίζουν τη μεταφορά τους. Είναι η κήρυξη της επανάστασης.

Ένα κεντρικό στοιχείο της Κομμούνας ήταν η ανωνυμία των πρωταγωνιστών της, στοιχείο που προκάλεσε ιδιαίτερη ανησυχία στο διεθνή τύπο, με αποτέλεσμα να γεννώνται διαρκώς ιστορίες-τέρατα για τον χαρακτήρα της. Σε πρώτο επίπεδο, η ανησυχία της Παλιγγενεσίας είναι εμφανής : «Η κυβερνησις του κ. Θιέρσου και η εν Βερσαλία εθνοσυνεύλεσις κατατρίβουσιν εν τούτοις τον χρόνο εις ανωφελείς συζητήσεις και παιδαριώδη ρητορεύματα». Δέκα ημέρες ύστερα, στις 28 του Μαρτίου, την ημέρα ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων των εκλογών που πραγματοποίησε το κεντρικό κομιτάτο, η θέση της Παλιγγενεσίας είναι ομοίως σαφής :


 Οι θερμοκέφαλοι εν Παρισίοις σοσιαλισταί έθηκαν ως κανόνα ότι αι μειοψηφίαι είναι υπέρτεραι των πλειονοψηφιών και ότι η αριθμητική δύναμις είναι αυτόχρημα μηδενικόν απέναντι της θρασύτητος και της τολμηρίας των ολιγάριθμων ομάδων.Εχει λοιπόν σήμερα η δύστυχής Γαλλία δύο κυβερνήσεις, την μεν σοσιαλιστική, εν Παρισίοις, την δε συντηριτική, εν Βερσαλλία. Ίσως αύριον ιδρυθή και αλλαχού, εν Λυών ή εν Τούλούση Τρίτη κυβέρνησις και τέταρτη, διότι το πρόγραμμα των δημοκρατικών επιτείνεται και επεκτείνεται οσημέραι, και εν ω χθές ώμνυον εις την μια και αδιαίρετον δημοκρατίαν, συζητούσιν σημερον μήπως της μιας ταύτης και αδιαιρέτου δημοκρατίας αιρετώτερον είναι το πολίτευμα της δημοτικής ομοσπονδίας. (Παλιγγενεσία, αρ. 2146 / 27-3-1871).


Φυσικά, η εικόνα μίας μειοψηφικής κυβέρνησης είναι προϊόν της μεροληπτικής επιχειρηματολογίας της κυβέρνησης των Βερσαλλιών, η οποία, ευθύς εξ αρχής, αντιμετωπίζει τους κομμουνάρους ως κίνδυνο που πρέπει να αποσοβηθεί. 


ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΟΥ ΑΠΡΙΛΙΟΥ.


Ενώ ο ελληνικός τύπος παρακολουθεί εξαιρετικά στενά τις εξελίξεις στη Γαλλία το πρώτο δεκαπενθήμερο του εμφυλίου πολέμου, η επαφή αυτή χάνεται τον Απρίλιο. Γεγονός, ωστόσο, αποτελεί η κορύφωση της κυβερνητικής προπαγάνδας και η ταυτόχρονη παύση της κυκλοφορίας εφημερίδων του Παρισιού, προπαγάνδα η οποία μεταφέρεται από τους Έλληνες ανταποκριτές στη Γαλλία. Όπως ειπώθηκε και παραπάνω, το διάταγμα της Κομμούνας για το χωρισμό Κράτους και Εκκλησίας προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων στην ελληνική δημοσιογραφία, με την Παλιγγενεσία να συμπεραίνει ότι «η κάθειρξις του αρχιεπισκόπου των Παρισίων υπήρξε το σύνθημα γενικής κατά του εν Παρισίοις κλήρου καταδρομής» (Παλιγγενεσία, αρ.1285 / 15-4-1871).


 ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΟΥ ΜΑΪΟΥ.


Τον Μάϊο είναι παραπάνω από προφανής η κορύφωση του εμφυλίου πολέμου στη Γαλλία, με την Παλιγγενεσία να γράφει ότι :

 Προς την Γαλλίαν τώρα πολεμεί ουχί η πόλις των Παρισίων, αλλά σμήνος τι όρνεων αρπακτικών, ομάς αγρίων θηρίων απανταχόθεν της υφηλίου επιδραμόντων ίνα επιπέσωσι κατά της μεγάλης πόλεως. Ας ακούση τις τα ονόματα των, ίνα συνειδή ότι είναι ου μόνον αλλότρια, αλλά αλλόκοτα, εις ουδέν έθνος, εις ουδεμίαν γλώσσαν ανήκοντα. Κινδυνεύει τις να πιστεύση ότι ηνεώχθησαν αι πύλαι και τα σιδηρά κλείθρα του Jardin des Plantes και εξήμεσαν εις τας οδούς τα εν αυτώ καθειργμένα θηρία.’’ (Παλιγγενεσία, αρ. 2169 / 1-5-1871)

Η Παρισινή Κομμούνα αριθμεί σχεδόν 40 ημέρες ζωής και οι αθηναϊκές εφημερίδες επιμένουν σε κάθε ευκαιρία να δηλώνουν ότι η Γαλλία, ήτοι η κυβέρνηση των Βερσαλλιών, δεν έχει να κάνει με μία επαναστατημένη πόλη, αλλά με μία συμμορία του κοινού εγκλήματος. Χαρακτηριστικό της στάσης των ελληνικών εφημερίδων (και δη των αθηναϊκών) είναι το γεγονός, ότι παρά το ότι τα δημοσιεύματα κινούνται στην προπαγανδιστική γραμμή της κυβέρνησης του Θιέρσου, από τον Μάϊο και ύστερα οι τοποθετήσεις είναι καθαρά ελληνικές, διανθισμένες από εκτενείς σχολιασμούς. Προς επίρρωση αυτού :

 Εν Παρισίοις δεσπόζουσιν έτι τα καθάρματα της γαλλικής κοινωνίας και ο σύγκλυς όχλος όστις συνέρρευσεν εις Παρισίους εκ πολλών μερών της Ευρώπης. Όλοι οι φυγόπονοι, οι πολλάκις καταδικασθέντες δι’ εγκλήματα και όσοι ζώσιν δια της αρπαγής και του φόνου αποτελούσιν ως επί το πλείστον την κυρίαν δύναμιν του δήμου των Παρισίων. (Παλιγγενεσία, αρ. 2174 / 10-5-1871).

Για την Παλιγγενεσία οι επαναστάτες είναι όντα αμφιβόλου γλώσσας, θρησκείας και καταγωγής, γεγονός που τους καθιστά αυτομάτως ξένους, εχθρούς. «Οι επαναστάτες είναι αλλοδαπά και επιληπτικά μορμολύκεια της Αποκαλύψεως, φυγόδικοι και ανέστιοι και οι πράξεις τους έργα Βανδάλων» (Παλιγγενεσία αρ. 2169/1/5/1871, και Παλιγγενεσία αρ. 2180/18-5-1871). Η έννοια του έθνους εκείνη, ειδικά, τη χρονική στιγμή αποκτά χαρακτήρα οιωνεί ιερό, :

Ο κοσμοπολιτισμός εδολόφονησε τη φιλοπατρίαν, εξαλήφεται οσημέραι εκ της καρδίας της Γαλλίας η ιδέα της πατρίδος και της εθνικότητας, ίνα υποχωρήση τον τόπον εις γενικάς ιδέας, ούτε όνομα εχουσας, ούτε σημαίαν, ούτε άλλο χρώμα ή το του αίματος’’ (Παλιγγενεσία, αρ.2169 / 1-5-1871)


Κλείνοντας, οφείλουμε να υπογραμμίσουμε ότι ο 19ος αιώνας για την Ελλάδα ήταν, από τη μια πλευρά, μια περίοδος εμμονικής απόκτησης εθνικής ταυτότητας, μέσα από τη διαμόρφωση έθνους Κράτους, και από την άλλη, ανάπτυξης καπιταλιστικών παραγωγικών σχέσεων. Φαινομενικά, μια εργατική εξέγερση σε μία μακρυνή χώρα δεν θα έπρεπε να τρομάζει τους εδώ κρατούντες. Ωστόσο, επειδή επρόκειτο για μια ασταθή περίοδο τομών εντός του Ελληνικού Βασιλείου, όπως είναι η εμφάνιση του βιομηχανικού προλεταριάτου, αλλά και εν γένει κοινωνικών αναταραχών, η αντιμετώπιση που παρακολουθήσαμε υποδηλώνει, πριν από όλα, το φόβο και το μίσος απέναντι σε κάτι που θίγει μία ιδέα που έπρεπε πάση θυσεία να λάβει σάρκα και οστά, ήτοι την ιδέα του νεωτερικού Κράτους.


Comments

Popular posts from this blog

Η διττή ήττα ενός μέλλοντος, στην "Εφημερίδα των Συντακτών", 30.6.2023, σελ. 8.

  του Νίκου Νικολέτου Έχω την πεποίθηση ότι βρισκόμαστε ενώπιον μίας εποχής (epokhē) χωρίς ( sans ) εποχή, με την φιλοσοφική έννοια του όρου, κατά την οποία έχουμε χάσει το δρόμο της σκέψης και της ύπαρξης, ήτοι του προσανατολισμού σε έναν κόσμο κι ένα σύνολο. Ζού-με αγκαλιασμένοι με τον μηδενισμό και τον κυνισμό της εγωπαθούς αποβλεπτικότητας, δεν επιδιώκουμε τη μέριμνα του μέλλοντος, ενός μέλλοντος βιώσιμου και άξιου να βιωθεί κατά τρόπο ανθρώπινο. Η στάση μας του τώρα αποτελεί προϋπόθεση δυνατότητας, όπως έλεγε ο Kant , για το αύριο, το μέλλον. Αυτό εκλείπει, και γι’ αυτό η κριτική, ως εκείνη η ξεχασμένη κεφαλή του μαρξικού πάθους, είναι κάθε άλλο παρά αναγκαία. Ακόμα κι αν εκπίπτει σε φωνή βοώντος εν τη ερήμω. Η εκλογική νίκη μίας συντηρητικής αναδίπλωσης και εκτίναξης της φασίζουσας και θεματοποιούσας κάθε άλλου κοσμοαντίληψης στην Ελλάδα - και την Ευρώπη – είναι για εμάς, τους μη θεματοποιήσιμους και αντικειμενοποιήσιμους από τον ανορθόδοξο λόγο της συντήρησης, του μίσους και

"Το Πρόταγμα του Εκδημοκρατισμού της Τεχνολογικής Νεωτερικότητας και η Συμβολή του Andrew Feenberg".

  του Νίκου Νικολέτου, υποψήφιου Διδάκτορα Φιλοσοφίας Ο Andrew Feenberg , ανεπιφύλακτα, είναι ένας στοχαστής του καιρού μας. Έχοντας συνδέσει το έργο του με τη διαύγαση των προϋποθέσεων μίας αντι-βεμπεριανής, εναλλακτικής νεωτερικότητας, κατάφερε να απεμπλακεί από τις θεωρητικές και πολιτικές αδυνατότητες της «μεγάλης άρνησης» του δασκάλου του, Herbert Marcuse . Η σκέψη του Feenberg μπορεί να ιδωθεί ως μία αναστοχαστική επανεξέταση των προβλημάτων που έθεσε η ανθρωπιστική φιλοσοφία της τεχνολογίας του 20 ου αιώνα. Ιδιαίτερα, η ανθρωπιστική ή κλασσική φιλοσοφία της τεχνολογίας, όπως αυτή αρθρώθηκε στα έργα των Heidegger , Ellul , Marcuse , Illich , Mumford , μεταξύ άλλων, συνέλαβε την τεχνολογία ως μία αυτόνομη, εξωκοινωνική δύναμη, που οδηγεί με αδήριτο τρόπο, στο σιδερένιο κλουβί της απομάγευσης και της ορθολογικής κυριαρχίας του κόσμου. Αυτοί οι στοχαστές αναζήτησαν τις υπερβατολογικές προϋποθέσεις ανάδυσης της τεχνολογίας, καθώς και τους τρόπους αποκάλυψης της πραγματικότητας π

Η Παρισινή Κομμούνα ως πολιτικό υποκείμενο. Διδάγματα και προεκτάσεις (περιοδικό ΘΕΣΕΙΣ, τ. 161, Οκτώβριος - Δεκέμβριος 2022)

  Η Παρισινή Κομμούνα ως πολιτικό υποκείμενο.   Διδάγματα και προεκτάσεις.   του Νίκου Νικολέτου     1. Εισαγωγή     Στην κοινωνικο-ιστορική περίοδο που διανύουμε, η αναζήτηση διεξόδου από τον υπαρξιακό, πρωτίστως, εφιάλτη, που αυτή συνεπάγεται, είναι επιτακτική. Ειπωμένο με διαφορετικό τρόπο, στη σημερινή κοινωνία εξακολουθεί να τίθεται το δίλημμα «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα», με τον σοσιαλισμό να προσφέρεται αντικειμενικά στην ανθρωπότητα ως δυνατότητα, ως δυνάμει διέξοδος .   Υπό αυτή την έννοια, η συγκρότηση μίας σύγχρονης θεωρίας μετάβασης ανάγεται σε καθήκον της επαναστατικής γνωσιοθεωρίας και πολιτικής, η οποία καλείται να αντιμετωπίσει τα ιδεολογικά οχυρώματα της αστικής ηγεμόνευσης. Μία θεωρία μετάβασης δεν μπορεί να μην αντλεί από τις εμπειρίες του εργατικού κινήματος σε όλη του τη διαδρομή. Άλλωστε, η εισαγωγή ex nihilo σχεδίων για τη μελλοντική κοινωνία είναι ασυμβίβαστη με την ουσία του μαρξισμού, που συνίστατ